Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2013

Ν. ΞΥΛΟΥΡΗΣ (7 Ιουλίου 1936 - 8 Φεβρουαρίου 1980)



Αναρωτιέμαι συχνά μήπως γίνομαι κοινότυπη, μήπως όταν κάθε φορά που πεθαίνει ένας μεγάλος, η φράση "γίναμε φτωχότεροι" καταντά κλισέ... Στην περίπτωση του Νίκου Ξυλούρη, δεν θα πω γίναμε φτωχότεροι... θα πω "μείναμε λειψοί¨" ...
Λειψοί από φωνή, από ποιότητα, από λεβεντιά, από περηφάνια και ήθος...τριάντα τόσα χρόνια μετά και είναι σα χθες που μείναμε λειψοί... Και τίποτα από όσα μας έδωσε δεν αντικαταστάθηκε... Μείναμε λειψοί...Αθηνά Κοτσόβολου

Ο Νίκος Ξυλούρης ή Ψαρονίκος,γεννήθηκε το 1936, στο ορεινό χωριό Ανώγεια Μυλοποτάμου Ρεθύμνου της Κρήτης από οικογένεια με μουσική παράδοση και πολλούς λυράρηδες. Στα πέντε του χρόνια, όταν οι Γερμανοί έκαψαν το χωριό του, ξεριζώθηκε από τον τόπο του μαζί με τους υπόλοιπους κατοίκους, οι οποίοι μεταφέρθηκαν σε χωριό της επαρχίας Μυλοποτάμου όπου παρέμειναν μέχρι και την απελευθέρωση της Κρήτης. Αδέλφια του είναι οι επίσης γνωστοί μουσικοί της κρητικής μουσικής ο Αντώνης Ξυλούρης (Ψαραντώνης) και ο Γιάννης Ξυλούρης (Ψαρογιάννης) .








Γεννήθηκα στο βλέφαρο του κεραυνού,
σβήνω κυλώντας στα νερά.
Ανέβηκα στην κορυφή της συννεφιάς
σαλτάροντας με τις τριχιές
του λιβανιού,
πήρα το δρόμο της σποράς.
Κοιμήθηκα στο προσκεφάλι
του σπαθιού,
είχα τον ύπνο του λαγού.
Αγνάντευα την πυρκαγιά
της θεμωνιάς
αμίλητος την ώρα της συγκομιδής,
πήρα ταγάρι ζητιανιάς.
Αντάμωσα τον χάρο της ξερολιθιάς,
το άλογο στ’ αλώνι να ψυχομαχεί,
πήρα ταγάρι ζητιανιάς.

Στίχοι:   Κ.Χ Μύρης
Μουσική:   Γιάννης Μαρκόπουλος
                                                  
        Η λύρα


Σε νεαρή ακόμα ηλικία με τη βοήθεια του δασκάλου του κατάφερε να πείσει τον πατέρα του να του αγοράσει την πρώτη του λύρα και πολύ γρήγορα άρχισε να παίζει σε γάμους και πανηγύρια. Στα 17 του αποφάσισε να μετακομίσει στο Ηράκλειο και έπιασε δουλειά στο νυχτερινό κέντρο "Κάστρο". Τα πράγματα όμως δεν ήταν όπως τα περίμενε γιατί βρέθηκε αντιμέτωπος με τη "μόδα" της Ευρωπαϊκής μουσικής, κάτι τελείως ξένο για αυτόν. Τα έσοδα του μόλις και μετά βίας έφταναν να τον συντηρήσουν και πέρασε δύσκολες εποχές


                                           Επιστροφή στην Κρήτη
Γνώρισε την Ουρανία Μελαμπιανάκη, στις 21 Μαΐου του 1958 παντρεύτηκαν και τον ίδιο Σεπτέμβρη μετακόμισαν στο Ηράκλειο Κρήτης.
Σιγά σιγά οι Κρητικοί άρχισαν να τον στηρίζουν και να οργανώνουν γλέντια για να τον ακούν να παίζει. Έτσι άρχισε να γίνεται γνωστός και το Νοέμβριο του 1958 ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο με τίτλο "Μια μαυροφόρα που περνά". Ο δίσκος αγαπήθηκε από το κοινό κι έτσι ο Νίκος ηχογράφησε κι άλλα τραγούδια σε δίσκους των 45 στροφών. Το 1960 γεννήθηκε ο γιος του Γιώργος και το 1966 η κόρη του Ρηνιώ. Την χρονιά της γέννησης τη κόρης του κέρδισε και το πρώτο βραβείο σε ένα φεστιβάλ μουσικής στο Σαν-Ρέμο παίζοντας με τη λύρα του ένα συρτάκι. Την επόμενη χρονιά άνοιξε στο Ηράκλειο το μουσικό κέντρο "Ερωτόκριτος" και πλέον δεν ανησυχεί για την επιβίωση του.






Πώς να σωπάσω μέσα μου 
την ομορφιά του κόσμου;
Ο ουρανός δικός μου 
η θάλασσα στα μέτρα μου
Πώς να με κάνουν να τον δω
τον ήλιο μ’ άλλα μάτια;

Στα ηλιοσκαλοπάτια
Μ’ έμαθε η μάνα μου να ζω... 
Στου βούρκου μέσα τα νερά
ποια γλώσσα μου μιλάνε 
αυτοί που μου ζητάνε 
να χαμηλώσω τα φτερά;

Στίχοι:   Κώστας Κινδύνης
Μουσική:   Σταύρος Ξαρχάκος

                              Η αναγνώριση του στην Αθήνα  

Το 1969 ηχογράφησε με μεγάλη επιτυχία το δίσκο "Ανυφαντού" και λίγους μήνες αργότερα εμφανίστηκε και πάλι σε Αθηναϊκό μουσικό κέντρο. Οι καταστάσεις όμως πλέον είχαν ωριμάσει και ο κόσμος τον υποστήριζε περισσότερο. Έτσι μετακόμισε και πάλι στην Αθήνα. Γνώρισε τον ποιητή και σκηνοθέτη Ερρίκο Θαλασσινό ο οποίος αποφάσισε να τον συστήσει στο Γιάννη Μαρκόπουλο και έτσι ξεκίνησε μια λαμπρή συνεργασία με το δίσκο "Χρονικό" και τα "Ριζίτικα". Παράλληλα γνωρίστηκε με τον διευθυντή της δισκογραφικής εταιρίας COLUMBIA και έγιναν κουμπάροι.

Για το ποιος «ανακάλυψε» το Νίκο Ξυλούρη, τα λεγόμενα της συζύγου του κ. Ουρανίας Ξυλούρη όπως δημοσιεύτηκαν σε σχετικά αφιερώματα των περιοδικών «Δίφωνο» και «Μονογραφίες» είναι διαφορετική από αυτήν που συνήθως επικρατεί σε αρκετές βιογραφίες του Νίκου Ξυλούρη, ότι τον ανακάλυψε ο Ερρίκος Θαλασσινός και τον ανέδειξε ο Γιάννης Μαρκόπουλος. Η ανάδειξη του Ξυλούρη οφείλεται στο τραγούδι του «Ανυφαντού» και το πρόσωπο που τον ανακάλυψε και τον ανέδειξε ήταν ο διευθυντής της δισκογραφικής εταιρείας «Κολούμπια» Τάκης Λαμπρόπουλος, ο οποίος τον ηχογράφησε σε ένα γαμήλιο γλέντι στα Ανώγεια και έστειλε την κασσέτα στον συνθέτη Σταύρο Ξαρχάκο ο οποίος ήταν τότε στο Παρίσι, προκειμένου να ακούσει τη φωνή του Ανωγειανού Λυράρη. Οι εφημερίδες της εποχής έγραψαν ότι ο Λαμπρόπουλος πήγε στην Κρήτη όπου ανακάλυψε μια σπουδαία και σημαντική φωνή. Από εκεί πληροφορήθηκε ο Γιάννης Μαρκόπουλος για το Νίκο Ξυλούρη και του πρότεινε τα τραγούδια του «Χρονικού»



 


Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί
τις πόρτες σπάσαν οι οχτροί
κι εμείς γελούσαμε στις γειτονιές
την πρώτη μέρα

Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί
αδέρφια πήραν οι οχτροί
κι εμείς κοιτούσαμε τις κοπελιές
την άλλη μέρα

Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί
φωτιά μας ρίξαν οι οχτροί
κι εμείς φωνάζαμε στα σκοτεινά
την τρίτη μέρα

Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί
σπαθιά κρατούσαν οι οχτροί
κι εμείς τα πήραμε για φυλαχτά
την άλλη μέρα

Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί
μοιράσαν δώρα οι οχτροί
κι εμείς γελούσαμε σαν τα παιδιά
την πέμπτη μέρα

Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί
κρατούσαν δίκιο οι οχτροί
κι εμείς φωνάζαμε ζήτω και γεια
σαν κάθε μέρα

Στίχοι: Γιώργος Σκούρτης
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος
Πρώτη εκτέλεση: Νίκος Ξυλούρης & Μαρία Δημητριάδη ( Ντουέτο )


Τα χρόνια της δικτατορίας

Το 1971 ξεκίνησε κοινές εμφανίσεις με το Γιάννη Μαρκόπουλο στη μπουάτ "Λήδρα" και η φωνή του έγινε σύμβολο της αντίστασης. Συνεργάστηκε στενά, εκείνα τα χρόνια, με τον Θρακιώτη τραγουδοποιό Θανάση Γκαϊφύλλια στις μπουάτ της Πλάκας και σε συναυλίες σε όλη την Ελλάδα.
Το καλοκαίρι του 1973 τραγούδησε στο θεατρικό έργο "Το μεγάλο μας τσίρκο" με πρωταγωνιστές τον Κώστα Καζάκο και τη Τζένη Καρέζη στο θέατρο "Αθήναιον"

 

 

 

 

                                                     Το τέλος


Ο Νίκος Ξυλούρης στην ακμή της καριέρας του αντιλήφθηκε ότι έχει καρκίνο. Μετά από μεγάλο αγώνα, πολλαπλές εγχειρήσεις και αρκετή ταλαιπωρία έχασε τη μάχη στο Νοσοκομείο Πειραιώς στις 8 Φεβρουαρίου 1980 σε ηλικία μόλις 43 χρονών. Με τη φωνή και το ήθος του σημάδεψε τα χρόνια της χούντας, την αντίσταση σε αυτήν, αλλά και τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Όπως ο ίδιος έλεγε μετά τη μεταπολίτευση, αναφερόμενος στους ανθρώπους της μουσικής βιομηχανίας "εγώ τους ίδιους ανθρώπους έβλεπα να κανονίζουν επί χούντας, τους ίδιους βλέπω και τώρα"ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ






Έβαλε ο Θεός σημάδι
παλικάρι στα Σφακιά
κι ο πατέρας του στον Άδη
άκουσε μια τουφεκιά.
Της γενιάς μου βασιλιά,

μην κατέβεις τα σκαλιά.
Πιές αθάνατο νερό
να νικήσεις τον καιρό.

Έβαλε ο Θεός σημάδι
παλικάρι στα Σφακιά
κι η μανούλα του στον Άδη
τράβηξε μια χαρακιά.

Της καρδιάς μου βασιλιά
με τον ήλιο στα μαλλιά,
μην περνάς τη χαρακιά
η ζωή είναι πιο γλυκιά.


   Στίχοι: Νίκος Γκάτσος

Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος

Πρώτη εκτέλεση: Νίκος Ξυλούρης



ΒΙΒΛΙΟ  - ΝΙΚΟΣ ΞΥΛΟΥΡΗΣ, Με τη χορδή της λύρας
του Χρήστου Ν. Χαραλάμπους  Εκδόσεις Εξάντας



Αυτό το βιβλίο είναι μια αφήγηση της ζωής του Νίκου Ξυλούρη από την ώρα που γεννήθηκε μέχρι τον θάνατό του... 


Η γέννηση του γιου μετά τις τρεις θυγατέρες έφερε φως και αρσενική περηφάνεια στη φτωχή οικογένεια του Γιώργη Ξυλούρη (του πατέρα του Ψαρονίκου). Μέρες ολόκληρες ήτανε στημένες οι τάβλες στ' Ανώγεια, όλο το χωριό γλεντούσε μερόνυχτα κι οι μπαλωθιές στον αέρα δεν είχανε τελειωμό... Έτσι γλεντά και χαίρεται η Κρήτη τα μεγάλα γεγονότα.
   

,



Σαν μαθητής, άντεξε μόνο μέχρι την τρίτη δημοτικού. Τα γράμματα δεν τ' άρεσαν και προτιμούσε να βόσκει τ' αρνιά και τις αίγες και να καμώνεται τον λυράρη. Στα δώδεκά του χρόνια απόκτησε την πρώτη λύρα και στα δεκατέσσερά του άρχισε κι όλας να παίζει και να τραγουδά σε γάμους και πανηγύρια. Έφηβος ακόμα, ήταν περιζήτητος στα χωριά της περιοχής του. Όλοι ζητούσανε ν' ακούσουν τ' Ανωγειανάκι με τη γλυκιά φωνή. Το Ηράκλειο αποτέλεσε το σημαντικότερο σταθμό στη ζωή του. Από εκεί ξεκίνησε την καριέρα του κι εκεί γνώρισε την γυναίκα του. Η ταξική τους διαφορά δεν επέτρεπε το γάμο τους κι έτσι κλεφτήκανε ένα βράδυ και στεφανωθήκανε την επομένη το πρωί.



Στίχοι: Κ.Χ Μύρης

Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος

Πρώτη εκτέλεση: Νίκος Ξυλούρης


 Ήταν ο τόπος μου βράχος και
χώματα ήλιος και μαύροκρασί. 

Όργωνα θέριζα και με
τον Όμηρο σε τραγουδούσα,
λαέ μου. Πάνω στα κύματα
νύχτες ολόκληρες σε ονειρεύτηκα.

Ήταν τα σπίτια μου άσπρα
γαρίφαλα και τα κορίτσια σεμνά.

Είχαν αρμύρα στα χείλη στα
μάτια τους καίγανε την οικουμένη
και τα παιδιά μου με μια
φυσαρμόνικα τα ξελογιάζανε.

Ήταν ο τόπος μου σαν το χαμόγελο,
όνειρο καθημερνό.Κάποιος τον

πούλησε, κάποιος τον ρήμαξε
σαν δανεισμένη πραμάτεια.
Τώρα τ’ αγόρια μου παίζουν
το θάνατο στα χαρακώματα..
 
Ο ψαρονίκος γαλουγήθηκε με τα ιδανικά της ελευθερίας, της ανθρωπιάς και της αξιοπρέπειας. Παιδί της γερμανικής κατοχής, βίωσε 'ολη τη σκληρότητα του πολέμου. Δημοκράτης από τα γεννοφάσκια του, ήτανε πάντα παρών στους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες της Ελλάδας, με αποκορύφωμα τη δυναμική παρουσία του δίπλα στους φοιτητές του Πολυτεχνείου. Ό,τι έκανε το 'κανε με τη θεωρία του στραμμένη στον Ψηλορείτη. Από τα σπηλιαράκια και τ' αγρίμια του βουνού ανλούσε τη δύναμη και τη λεβεντιά του. "Παράδεισος θαρρώ 'ναι η Κρήτη, σύντεκνε", είχε πει σε μια συνέντευξή του, λίγο πριν τον καλέσουν κοντά τους οι αρχάγγελοι.





Στίχοι: Γιάννης Ρίτσος
Μουσική: Χρήστος Λεοντής
Πρώτη εκτέλεση: Νίκος Ξυλούρης
Τούτες τις μέρες ο άνεμος μας κυνηγάει, μας κυνηγάει

Γύρω σε κάθε βλέμμα το συρματόπλεγμα

γύρω στην καρδιά μας το συρματόπλεγμα
γύρω στην ελπίδα το συρματόπλεγμα
Πολύ κρύο, πολύ κρύο, πολύ κρύο εφέτος

Πιο κοντά, πιο κοντά
μουσκεμένα χιλιόμετρα μαζεύονται γύρω τους

Μέσα στις τσέπες του παλιού πανωφοριού τους
έχουν μικρά τζάκια να ζεσταίνουν τα παιδιά
Κάθονται στον πάγκο κι αχνίζουν
απ' τη βροχή και την από στάση
Η ανάσα τους είν' ο καπνός ενός τραίνου
που πάει μακριά, πολύ μακριά
Κουβεντιάζουν
και τότε η ξεβαμμένη πόρτα της κάμαρας
γίνεται σαν μητέρα που σταυρώνει τα χέρια της
κι ακούει
Πιο κοντά, πιο κοντά
Τούτες τις μέρες...
Πιο κοντά, πιο κοντά

 
Έβαλε στόχο να κάνει γνωστή την κρητική μουσική κι έξω από τα σύνορα της Ελλάδας και το πέτυχε. Γνώρισε φτώχειες και κακουχίες, αλλά κατάφερε κι έκανε τα ριζίτικα κτήμα του κόσμου. Από το 1970 μέχρι τον πρόωρο θάνατό του κυριαρχεί στα μουσικά πράγματα της Ελλάδας. Μέσα σε μια δεκαετία δηλάδή ηχογράφησε 37 συνολικά μεγάλους δίσκους, συνεργαζόμενος με σπουδαίους συνθέτες και ποιητές, ενώ στα συρτάρια των εταιρειών και των συνθετών υπάρχουν ακόμα αρκετά ηχογραφημένα τραγούδια με τη φωνή του, που οι Έλληνες περιμένουν να τα κάνουν δικά τους. 






Χίλια μύρια κύματα μακριά τ’ Αϊβαλί
Μέρες της αρμύρας κι ο ήλιος πάντα εκεί
με τα μακεδονίτικα πουλιά και τ’ αρμενάκια
που ελοξοδρόμησαν και χάσανε την Μπαρμπαριά
Πότε παραμονεύοντας τον πόρφυρα
το μαύρο ψάρι έρχεται φεύγει
μικραίνουν οι κύκλοι του

Χίλια μύρια κύματα μακριά τ’ Αϊβαλί

Μεγάλωσαν τα γένια μας η ψυχή μας αλλιώτεψε
αγριεμένο το σκυλί γαβγίζει τη φωνή του
βοήθα καλέ μου μη φαγωθούμε μεταξύ μας

Χίλια μύρια κύματα μακριά τ’ Αϊβαλί

Ώρες ώρες μερεύουμε με τη χορδή της λύρας
δεμένος πισθάγκωνα στο μεσιανό κατάρτι
ο Χιώτης ο τυφλός τραγουδιστής βραχνός προφήτης
μασώντας τη μαστίχα του παινεύει την Ελένη
κι άλλοτε τη Τζαβέλαινα τραβάει στο χορό

Χίλια μύρια κύματα μακριά τ’ Αϊβαλί


Στίχοι:  
Μουσική:  
Γιάννης Μαρκόπουλος

 
ΠΗΓΕΣ  
 Ι) http://www.musicheaven.gr/html/modules.php?name=News&file=article&sid=1203
ΙΙ) ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
ΙΙΙ) http://www.stixoi.info/
IV)https://www.youtube.com/?hl=en&tab=w1











1 σχόλιο:

  1. Επαιζε στο "Μεγάλο μας τσίρκο" και απέξω ουρά ο κόσμος ..Για να βρεις εισιτήριο ήταν τύχη. Ειχε λοιπόν ανέβει η μάνα του στην Αθήνα και ήταν να πάει στο θέατρο να τον δεί. Αλλα πού να περάει, που της έλεγαν ναπεριμένει τη σειρά της..τότε κάποιος είπε "Αφήστε να περάει η γυναίκα, η μάνα του Ξυλούρη είναι" και ο κόσμος παράμερησε αμέσως...με σεβασμό στη Μάνα του..

    ΑπάντησηΔιαγραφή