Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2015

ΕΙΡΗΝΗ ΛΙΒΑΝΟΥ " Το τέλος "


Μια φορά και ένα καιρό, ας αρχίσω έτσι την ιστορία μου, ήταν ένα ζευγάρι παντρεμένο μερικές δεκαετίες και ερωτευμένο σαν την πρώτη μέρα που γνωρίστηκαν. Γίνονται κι’ αυτά καμιά φορά! . Είχαν παιδιά είχαν εγγόνια που τα λάτρευαν , και το ίδιο γινόταν και με τα παιδιά με τους γιους τους τις νύφες τους και τα εγγόνια τους. Έχετε δει νύφες να λατρεύουν την πεθερά και το πεθερό? Γίνονται κι’ αυτά καμιά φορά -------- Το ζευγάρι που παρεμπιπτόντως να σας πω πως εκείνη ήταν μέτρια στο μπόι.1και 55 είναι μέτρια ή κοντή? Εκείνος 1, 82. την κορόιδευε για το μπόι της αλλά πάντα της έλεγε ότι γι’ αυτό το μπόι την ερωτεύτηκε, για να την κάνει ότι θέλει στην αγκαλιά του. Το ζεύγος έσφυζε από ζωή. Τους άρεσε να κάνουν μεγάλους περιπάτους Τους άρεσε να βλέπουν παρέα τις ταινίες στην τηλεόραση, και πολλές φορές τις ανέλυαν και διαφωνούσαν αν έπρεπε να γινόταν έτσι ή αλλιώς. Αλλά αυτό δεν τους πείραζε καθόλου αφού συναγωνίζονταν σε επιχειρήματα, και ο άντρας γελούσε δυνατά με τα αστεία ζαβολιάρικα επιχειρήματα της γυναίκας του, που της άρεσε πάντα να είναι η νικήτρια της συζήτησης. Αλλά κι εκείνη γελούσε με τον εαυτό της και τις ζαβολιές της. ------- Όταν έπαιζαν χαρτιά ήταν μια κλέφτρα, που θα τη ζήλευε και ο Αλ Καπόνε. Αλλά και ο άντρας δεν της χαριζόταν. Της άρπαγε το χέρι με το κλεμμένο χαρτί και της αφαιρούσε έναν πόντο από τη σούμα αν και κάτι τέτοιο δεν ήταν μέσα στη συμφωνία τους, κι’ αυτό η γυναίκα το θεωρούσε άδικο. Αλλά τις περισσότερες φορές του την έσκαγε εκείνη. Προπαντός όταν είχε καμιά ίωση και δεν πρόσεχε. Η γαϊδούρα έλεγε για τον εαυτό της γελώντας από μέσα της τον λυπάμαι που χάνει με ίωση. Αλλά το κλέψιμο –κλέψιμο. ---- Μερικές Κυριακές πήγαιναν στης ακρόπολης τα μέρη, πολλές φορές με τα εγγόνια τους και έκαναν βόλτα στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου, και μετά στο Μοναστηράκι για χαζοκοίταγμα και τα παιδιά ψώνιζαν βραχιολάκια από χαντρούλες ασημένια δαχτυλίδια και στρίγκλιζαν από χαρά γιατί αυτό τους θύμιζε νησί. Και όταν κουράζονταν πήγαιναν και κάθονταν στου Θανάση για το εθνικό μας φαγητό. Σουβλάκια και πατατούλες τηγανητές και νερωμένη κόκα κόλα. και έκαναν συμφωνία και οι τέσσερις σαν μια καλή συμμορία ότι θα κορόιδευαν τη μαμά πως πρώτα είχαν φάει τα φρούτα που τους έδινε μαζί τους. Βέβαια λίγο πριν φθάσουν στον Θανάση τα είχαν πετάξει σε έναν κάδο. -------------- Και ήρθε εκείνο το μοιραίο πρωινό που η γυναίκα είδε τον άντρα της χλωμό. Τον ρώτησε τι έχει κι’ εκείνος με ομιλία αργή- αργή, της είπε πως δεν αισθανόταν καλά. Η γυναίκα άρπαξε το τηλέφωνο και κάλεσε το τον καρδιολόγο του, εκείνος της έδωσε μερικές οδηγίες αλλά πριν τελειώσουν οι οδηγίες του γιατρού είδε να τα μάτια του αγαπημένου της άντρα να βασιλεύουν. Πέταξε το τηλέφωνο και άρχισε να τον ταρακουνάει δυνατά, τον γύρισε στο πλάι, και τέλος πάντων έκανε ό,τι είχε διαβάσει για την καρδιά, μέχρι που κατάλαβε πως από τους δυο τους μέσα στο δωμάτιο ήταν μόνο αυτή ζωντανή! «Αχ όχι όχι μου είχες υποσχεθεί ένα σωρό φορές ότι δεν θα μ’ αφήσεις ποτέ! ---------- . Εδώ στο αγαπημένο τους δωμάτιο σήμερα της την έσκασε εκείνος για πρώτη φορά. Τέλος




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου