Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2016

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΕΥΘΥΜΙΟΥ - Ο ΚΟΙΜΩΜΕΝΟΣ ΘΕΟΣ


Απόψε ονειρεύτηκα ένα λυτρωτικό ψυχορράγημα.
Τέλος δεν είχε, ελεύθερο κάλπαζε μέσα στο άπειρο.
Ένας παράδεισος που ήξερε το μικρό μου όνομα
και με φώναζε "παιδί μου"
Μια κόλαση ανώνυμη μονολογούσε αθόρυβη μοναξιά.
Οι αποστάστες της αλήθειας ανερυθρίαστοι
κρατούσαν το ψέμα τους φυλακισμένο στις γλώσσες της φωτιάς,
εν ονόματι μιας παρελθούσης ηθικής μνήμης.
Παγωμένες λιτανείες περιέφεραν την αλαζονεία,
υποταγμένη και προδομένη.
Ανερμήνευτο νεύμα προσδοκούσε υστερόβουλες επικλήσεις.
Ο Θεός της ευσπλαχνίας πεσμένος σε χειμερία νάρκη απελπισίας
δήλωνε απών από κάθε προσευχή.
Μακάριοι οι προ της αποχής κληθέντες ελεήμονες στην αγάπη.
Μακάριοι οι μη γιγνώσκοντες τα άβατα των χαμένων ζωών,
ότι αυτοί βασιλεύουν των ουρανών.
Οι μάρτυρες της θλίψης,τυφλοί αναζητούν κάποιον ανύπαρκτο
δρόμο επιστροφής.
Μα δεν τον βρήκες όταν όλα ξεκάθαρα τα θωρούσες,
τι ζητάς πια,
με την ελπίδα ντυμένη λευκό φόρεμα,
να προσμένει σε κρυστάλλινη κλίνη, του ξυπνήματος το φιλί;
Θέλω να κεντήσω τα όνειρά σας στον γαλάζιο καμβά του ουρανού,
μα που η αρχή και τέλος πού να`βρω;
Υπερυψούται το πένθος της λάσπης σε αέναη περιστροφή.
Δηλητήριο στάζουν οι πληγές ,
όσων σκότωσαν τη μάνα μου και τον πατέρα και τον αδερφό μου
που θάνατος δεν ήξερε τι θα πει.
Πυρπολώ με φως το ανίατο.
Στιχουργώ τους υπέρμαχους και τους εξαντλημένους.
Τα ξίφη τρομάζουν την αρετή
και σφαγιάζουν τους ιερουργούς της πένας.
Οι κριτές μαστιγώνουν τον αέρα και από το αίμα του τρέφομαι.
Εξυμνώ τα κουρέλια και χλευάζω τα χρυσοποίκιλτα.
Εδώ η εκδίκηση είναι αόρατη σαν εσωτερική αιμορραγία.
Στις ποδιές των λόφων σταυρωμένες πεταλούδες
ταπεινά σκύβουν το κεφάλι.
Ένας ύπνος ακόμα,στη σκιά των δακρύων
θα καρπίσει στο λιόδεντρο της δικαιοσύνης,καρπό μεταμέλειας.
Κάθε βράδυ ονειρεύομαι ένα λυτρωτικό ψυχορράγημα.
Λάβετε ,φάγετε τούτη εστί η αλήθεια μου.
Στο φως του ήλιου με ονομάζουν ενοχή...---
κωνσταντίνα ευθυμίου







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου