Δευτέρα 2 Οκτωβρίου 2017

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΩΓΟΥ ( 1 Ιουνίου 1940 - 3 Οκτωβρίου 1993 ) ΤΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΤΗΣ ΕΡΓΟ

Στο μυαλό είναι ο Στόχος το νου σου ε; 


Η Κατερίνα Γώγου γεννήθηκε την 1η Ιουνίου 1940 στην Αθήνα και από τα έξι χρόνια της ξεκίνησε τη θεατρική της καριέρα ως παιδί – θαύμα. Το 1952 πρωτοεμφανίστηκε στον κινηματογράφο στην ταινία του Αλέκου Σακελλάριου «Ο Άλλος», δίπλα στον Γιώργο Παππά. Σπούδασε υποκριτική στη δραματική σχολή του Τάκη Μουζενίδη και χορό στη σχολή της Κούλας Πράτσικα.

Φήμη, όμως, απέκτησε στα κινηματογραφικά πλατό της Φίνος Φιλμ κατά τη δεκαετία του ‘60, παίζοντας δεύτερους ρόλους σε δεκάδες ταινίες, συνήθως κωμωδίες, στις οποίες ήταν η «θεότρελη» μικρή αδελφή, το «ατίθασο νιάτο» ή η σκανδαλιάρα υπηρέτρια
Τον εμπορικό κινηματογράφο τον απαρνήθηκε στα χρόνια της μεταπολίτευσης, τα οποία τη βρήκαν πολιτικά ενταγμένη σε ομάδες της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Ο πρώτος της ρόλος σε ταινία του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου ήταν στο «Βαρύ Πεπόνι» (1977) του τότε συζύγου της Παύλου Τάσιου (1942-2011), με τον οποίο απέκτησε μία κόρη τη Μυρτώ Τάσιου (1967-2015). Ακολούθησε η σπαρακτική της εμφάνιση, ως αφηγήτριας, στην «Παραγγελιά» (1980) του ιδίου, στην οποία απήγγειλε ποιήματα από τις συλλογές της «Τρία κλικ αριστερά» και «Ιδιώνυμο», που αγαπήθηκαν ιδιαίτερα από τη νεολαία της εποχής.
Το 1977 τιμήθηκε με βραβείο α’ γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία της στο «Βαρύ Πεπόνι» και το 1984 με βραβείο β’ γυναικείου ρόλου στην ταινία του Αντρέα Θωμόπουλου «Όστρια ή το τέλος του παιγνιδιού», όπου είχε συνυπογράψει το σενάριο.
Εκτός από τη μεγάλη πορεία της στο θέατρο και στον κινηματογράφο, χάραξε σημαντική τροχιά και στη νεοελληνική ποίηση, κατορθώνοντας να περάσει στο συλλογικό επίπεδο τις αγωνίες της προσωπικής διαδρομής της στην τέχνη και τη ζωή. Η βαθιά πολιτική στάση της, η αναρχική της διάθεση, η περιθωριακή συνείδησή της και οι κοινωνικές ανησυχίες της διαπερνούν ολόκληρη την ποιητική της παραγωγή, που ξεκίνησε το 1978 και ολοκληρώθηκε το 2002, με τη μεταθανάτια έκδοση του «Με λένε Οδύσσεια».
H Κατερίνα Γώγου άφησε την τελευταία της πνοή στις 3 Οκτωβρίου 1993, μέσα στο ασθενοφόρο που τη μετέφερε στο «Ιπποκράτειο» της Αθήνας. Βρισκόταν σε κωματώδη κατάσταση, εξαιτίας υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ, ενώ αντιμετώπιζε πρόβλημα και με τα ναρκωτικά. Πέρασαν, όμως, δύο ημέρες έως την αναγνώριση του πτώματός της, επειδή ένας φίλος της που τη συνόδευε στις Πρώτες Βοήθειες εξαφανίστηκε αμέσως μετά το θάνατό της.


ΒΙΒΛΙΑ

Εν ζωή
Τρία κλικ αριστερά, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1η έκδοση 1978
Μεταφράστηκε στα Αγγλικά («Three clicks left») από τον Jack Hirschman και κυκλοφόρησε στην Αμερική to 1983, από τις εκδόσεις «Night Horn Books» του San Francisco.
Ιδιώνυμο, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1η έκδοση 1980
Το ξύλινο παλτό, Εκδόσεις Καστανιώτη, , 1η έκδοση 1982
Απόντες, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1η έκδοση 1986
Ο μήνας των παγωμένων σταφυλιών, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1η έκδοση 1988
Νόστος, Εκδόσεις Λιβάνη, 1η έκδοση 1990

Μεταθανάτιες κυκλοφορίες
Με λένε Οδύσσεια, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1η έκδοση 2002
Νόστος, Εκδόσεις Καστανιώτη, Επανέκδοση 2004




ΠΟΙΗΜΑΤΑ

25 ΜΑΪΟΥ

Ένα πρωί θ' ανοίξω την πόρτα
και θα βγω στους δρόμους
όπως και χτες.
Και δεν θα συλλογιέμαι παρά
ένα κομμάτι από τον πατέρα
κι ένα κομμάτι από τη θάλασσα
-αυτά που μ' άφησαν-
και την πόλη. Την πόλη που τη σάπισαν.
Και τους φίλους μας που χάθηκαν.
Ένα πρωί θα ανοίξω την πόρτα
ίσα ολόισα στη φωτιά
και θα μπω όπως και χτες
φωνάζοντας "φασίστες!!"
στήνοντας οδοφράγματα και πετώντας πέτρες
μ' ένα κόκκινο λάβαρο
ψηλά να γυαλίζει στον ήλιο.
Θ' ανοίξω την πόρτα
και είναι -όχι πως φοβάμαι-
μα να, θέλω να σου πω, πως δεν πρόλαβα
και πως εσύ πρέπει να μάθεις
να μην κατεβαίνεις στο δρόμο
χωρίς όπλα όπως εγώ
- γιατί εγώ δεν πρόλαβα-
γιατί τότε θα χαθείς όπως και εγώ
"έτσι" "αόριστα"
σπασμένη σε κομματάκια
από θάλασσα, χρόνια παιδικά
και κόκκινα λάβαρα.
Ένα πρωί θ' ανοίξω την πόρτα
και θα χαθώ
με τ΄όνειρο της επανάστασης
μες την απέραντη μοναξιά
των δρόμων που θα καίγονται,
μες την απέραντη μοναξιά
των χάρτινων οδοφραγμάτων
με το χαρακτηρισμό -μην τους πιστέψεις!-
Προβοκάτορας.

✤    ✤    ✤    ✤

Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά 

Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
που κάνουν τραμπάλα στις ταράτσες ετοιμόρροπων σπιτιών
Εξάρχεια Πατήσια Μεταξουργείο Μέτς.
Κάνουν ότι λάχει.
Πλασιέ τσελεμεντέδων και εγκυκλοπαιδειών
φτιάχνουν δρόμους και ενώνουν έρημους
Διερμηνείς σε καμπαρέ της Ζήνωνος
επαγγελματίες επαναστάτες
παλιά τους στρίμωξαν και τα κατέβασαν
τώρα παίρνουν χάπια
και οινόπνευμα για να κοιμηθούν
αλλά βλέπουν όνειρα και δεν κοιμούνται.
Εμένα οι φίλοι μου είναι σύρματα τεντωμένα
στις ταράτσες παλιών σπιτιών
Εξάρχεια Βικτόρια Κουκάκι Γκύζη.
Πάνω τους έχετε καρφώσει εκατομμύρια σιδερένια μανταλάκια
Τις ενοχές σας αποφάσεις συνεδρίων
δανεικά φουστάνια
σημάδια από καύτρες περίεργες ημικρανίες
απειλητικές σιωπές κολπίτιδες
ερωτεύονται ομοφυλόφιλους
τριχομονάδες καθυστέρηση
το τηλέφωνο το τηλέφωνο το τηλέφωνο
σπασμένα γυαλιά το ασθενοφόρο κανείς.
Κάνουν ότι λάχει.
Όλο ταξιδεύουν οι φίλοι μου
γιατί δεν τους αφήσατε σπιθαμή για σπιθαμή
Όλοι οι φίλοι μου ζωγραφίζουνε με μαύρο χρώμα
γιατί τους ρημάξατε το κόκκινο
γράφουνε σε συνθηματική γλώσσα
γιατί η δικιά σας μόνο για γλείψιμο κάνει.
Οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά και σύρματα
στα χέρια σας. Στο λαιμό σας.
Οι φίλοι μου.

✤    ✤    ✤    ✤

Εκείνο που φοβάμαι πιο πολύ
είναι μη γίνω "ποιητής"
Μην κλειστό στο δωμάτιο
ν' αγναντεύω τη θάλασσα
κι απολησμονήσω.
Μην κλείσουνε τα ράμματα στις φλέβες μου
κι από θολές αναμνήσεις και ειδήσεις της ΕΡΤ
μαυρίζω χαρτιά και πλασάρω απόψεις.
Μη με αποδεχτεί η ράτσα που μας έλειωσε
για να με χρησιμοποιήσει.
Μη γίνουνε τα ουρλιαχτά μου μουρμούρισμα
για να κοιμίζω τους δικούς μου.
Μη μάθω μέτρο και τεχνική
και κλειστώ μέσα σε αυτά
για να με τραγουδήσουν.
Μην πάρω κιάλια για να φέρω πιο κοντά
τις δολιοφθορές που δεν θα παίρνω μέρος
μη με πιάσουν στην κούραση
παπάδες και ακαδημαϊκοί
και πουστέψω
Έχουν όλους τους τρόπους αυτοί
και την καθημερινότητα που συνηθίζεις
σκυλιά μας έχουν κάνει
να ντρεπόμαστε για την αργία
περήφανοι για την ανεργία
Έτσι είναι.
Μας περιμένουν στη γωνία
καλοί ψυχίατροι και κακοί αστυνόμοι.
Ο Μάρξ...
τον φοβάμαι
το μυαλό μου τον δρασκελάει και αυτόν
αυτοί οι αλήτες φταίνε
δεν μπορώ γαμώτο να τελειώσω αυτό το γραφτό
μπορεί...ε;...μίαν άλλη μέρα..
✤    ✤    ✤    ✤

Σ' ΟΣΟΥΣ ΣΠΑΣΑΝΕ
Σ' ΟΣΟΥΣ ΚΡΑΤΑΝΕ 


Κουρελιασμένοι απ' τ' αγριεμένα κύματα
πεταμένα υπολείμματα για πάντα από δω και μπρος
στο σκοτεινό θάλαμο της γης
με ισκιωμένο το μυαλό
απ' το ξέφρενο κυνηγητό
τις ασάλευτης πορείας των άστρων
οι τελευταίοι
απόθεσαν το κουρασμένο κεφάλι τους
θυσία
στην τελετουργία των ανεμοστρόβιλων καιρών.
Κι άνθρωποι δεν υπήρχανε.
κι ένα άσπρο χιόνι σιωπής
σκέπασε οριστικά τις βυθισμένες πόλεις...

✤    ✤    ✤    ✤
Θαρθεί καιρός

Θαρθεί καιρός που θα αλλάξουν τα πράγματα.
Να το θυμάσαι Μαρία.
Θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα εκείνο το παιχνίδι
που τρέχαμε κρατώντας τη σκυτάλη
-μη βλέπεις εμένα- μην κλαις. Εσύ εισ' η ελπίδα.
’κου θάρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουν γονιούς
δε θα βγαίνουν στην τύχη
Δε θα υπάρχουνε πόρτες κλειστές
με γυρμένους απέξω
Και τη δουλειά
θα τη διαλέγουμε
δε θάμαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.
Οι άνθρωποι -σκέψου!- θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες.
Να φυλάξεις μονάχα
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις και έννοιες σαν και αυτές
απροσάρμοστοι-καταπίεση-μοναξιά-τιμή-κέρδος-εξευτελισμός
για το μάθημα της ιστορίας.
Είναι Μαρία -δε θέλω να λέω ψέματα- δύσκολοι καιροί.
Και θαρθούνε κι άλλοι.
Δεν ξέρω -μην περιμένεις και από μένα πολλά-
τόσα έζησα, τόσα έμαθα, τόσα λέω
κι απ' όσα διάβασα ένα κρατάω μόνο:
"Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος".
Θα την αλλάξουμε τη ζωή!
Παρ' όλα αυτά Μαρία.
✤    ✤    ✤    ✤

Καμμιά φορά ανοίγει η πόρτα σιγά σιγά και μπαίνεις. 

Φοράς κάτασπρο κουστούμι και λινά παπούτσια. 
Σκύβεις βάζεις στοργικά στη χούφτα μου 72 φράγκα και φεύγεις. 
Έχω μείνει στη θέση που με άφησες για να με ξαναβρείς. 
Όμως πρέπει να έχει περάσει πολύς καιρός 
γιατί τα νύχια μου μακρύνανε και οι φίλοι μου με φοβούνται. 
Κάθε μέρα μαγειρεύω πατάτες έχω χάσει την φαντασία μου
 και κάθε φορά που ακούω "Κατερίνα" τρομάζω. 
Νομίζω ότι πρέπει να καταδώσω κάποιον.
 Έχω φυλάξει κάτι αποκόμματα 
με κάποιον που λέγανε πως είσαι εσύ. 
Ξέρω πως λένε ψέματα οι εφημερίδες,
 γιατί γράψανε ότι σου ρίξανε στα πόδια.
 Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια. 
Στο μυαλό είναι ο Στόχος το νου σου ε; 
✤    ✤    ✤    ✤

Τα σύνορα της πατρίδας μου

Τα σύνορα της πατρίδας μου αρχίζουνε
απ τα ψητοπωλεία του Μινιόν
περνάνε από τα καμένα ξύλα του Περοκέ και πέρα …
Η ζωή από κει παίζει βρώμικο ξύλο με τη ζωή
στριμώγνει τα καλύτερα παιδιά της σε φαγωμένες σκάλες
τους στρώνει στο ” Θανάση ” σημαδεμένη τράπουλα από χέρι
τους περνάει μπρασελέ και ματωμένους σουγιάδες
και μπότες γυαλιστερές πορτοκαλιές με 10 πόντους τακούνι
Ζόρικο αντριλίκι τα γεννητικά τους όργανα
τα Άγια των Αγίων κι αλλιώτικο φιλότιμο
ώσπου μια μέρα – Παρασκευή μπορεί –
τους ρίχνει από κοντά επιδέξιους κώλους
καρφώνουνε τον αντρισμό τους
τους φέρνει καπάκι
κι ύστερα ευνουχισμένοι με τη γλώσσα κολλημένη στον ουρανίσκο
με το μαντήλι που σκουπίστηκαν
ένα με την καφέ του ρίγα περιθώριο γύρω γύρω
πνίγουν με ισόβια
φωταγωγημένα καράβια εφοπλιστικά κεφάλαια ξωτικές
θάλασσες Παναμαικές σημαίες χρεωμένες τραγουδίστριες
και τα δικά τους ταξίδια στη θάλασσα με καρπουζόφλουδες
το ξεχειλωμένο μαγιώ απ το περίπτερο
και την τσατσάρα – πουτάνα ζωή – μαγκιά τους στο πλάι
– κανείς δεν ξέρει
– κανείς δεν είδε
19 20 21 χρονώ και τέλος .

✤    ✤    ✤    ✤

ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ
Που λες, γυρίζω ξυπόλυτη σ’ έναν κόσμο
που θέλω ν’ αλλάξω, αφήνοντας
ματωμένα χνάρια στο πέρασμά μου.
Χάνω δυνάμεις αργά και σταθερά
και σήμερα Τρίτη ώρα 5 ξανά νυχτώνει.
Οι δικλείδες ασφαλείας στο μυαλό μου
λασκάρισαν, άστα. Νομίζω πώς είμαι ακόμα 8 χρονών
και ταξιδεύω με τη σκούνα στην Τήνο
για το θαύμα.
Ορθογώνια σίδερα, μπετά και φλοκάτες
κλείνουν στεγανά ανθρώπους που φοβούνται
να ελπίσουν και κλείνονται στους καμπινέδες
και κλαίνε. Πρέπει ν’ αντέξω.
Κι αυτά που θέλεις να πεις κάθεσαι και τα μετράς
λέξη-λέξη, και φτάνεις ωχρός
κι αποφασισμένος στη συνέλευση
περιμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία,
και φτάνεις σου λέω αδερφέ μου,
κι οι ευκαιρίες τέλος – χάνεις την ψυχραιμία
κι ακούς τον εαυτό σου να ουρλιάζει:
Προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε!
– και όλοι να σε κοιτάνε, όπως κοιτάνε
στα γουέστερν, το καπέλο τού καμπόι
που δεν πέφτει με τίποτα, και συ τρακαρισμένος
να προσπαθείς να το βγάλεις ξέροντας πως ποτέ
δεν αγόρασες καπέλο κι έπειτα να σκύβεις
και να κοιτάς ντροπιασμένος τις μύτες των
παπουτσιών σου
χαμένος στην αποτρόπαιη μοναξιά
της γενικής συνέλευσης.
Έτσι που λες. Έστω κι ένας…
✤    ✤    ✤    ✤
Πάνω μου θα περάσουνε
οι μπότες των καταχτητών
με το ρυθμό τους
της ντίσκο.
Μπέρτες θ’ ανεμίζουν ποιητές
και το κεφάλι θα μου λιώνουνε
φώτα χιαστί
σοσιαλφασιστικών αυτοκινήτων.
Φωνές θα με σκυλεύουνε.
Τα μάτια μου βασιλεμένα επάνω θα κοιτάν
ήλιοι θ’ ανεβοκατεβαίνουνε
στις πέρα συνοικίες
στιχάκια που δεν πρόλαβα
να κάνω για ζωή
αιμάτινη κλωστή
θα τρέχουν απ’ το στόμα μου
κι από την τρύπια τσέπη μου
χιλιάδες αποκόμματα της θύρας 13.
✤    ✤    ✤    ✤
Τί πληκτικό καλοκαίρι κι αυτό, κύριέ μου, τί πληκτικό…
Τις νύχτες πιάνουνε ραγδαίες βροχές
μεγαλόσωμοι κύριοι με εκρού παναμάδες
βγαίνουν στους δρόμους
κομψά προχωρούν με σηκωμένα πατζάκια
σκουπίζουν απαλά σταμπωτά τον ιδρώτα τους
με κάτι μεγάλα σεντόνια.
Το μεσημέρι, αγαπητέ μου, που πέφτουμε
άρρωστες παχουλές αλογόμυγες μας έρχονται
δεν ξέρω και γω από πού
παρατηρούν προσεχτικά
μία εμάς
μία τα κινέζικα καινούργια κομμάτια μας
μία την από αλάβαστρο προτομή του Λιστ
απάνω στο πιάνο.
Και ζέστη, αγαπητέ, αφόρητη ζέστη.
Τ’ απογεύματα που είναι όλα κλειστά
ξεκινάνε να μας κάνουν επίσκεψη
από κάπου δεν ξέρω με σκόνη
από κάπου πάρα πολύ μακριά
γέροι με άνοια και πολύ σκούρου χρώματος μελαχρινά παιδιά
με άδεια από καταΐφι κουτιά
στέκουνε σαν τις αλογόμυγες
που σας ανέφερα πιο πριν
και παρατηρούν τα αδιάθετα ξανθά παιδιά μας.
Μας ζητούν χαρτομάντιλα για να φτύσουνε
κάτι να φάνε και καμιά πορτοκαλάδα
χωρίς ανθρακικό να την πιούν.
Και χρήματα, κύριε, χάρτινα χαρτονομίσματα τσίγκινα κέρματα
χρήματα χρήματα κι αφόρητη ζέστη.
Δεν ξέρω. Αυτοί οι σκούρου χρώματος άνθρωποι
εν αντιθέσει με μας
γεννάνε συνέχεια μικρούς μαύρους βόλους παιδιά
ο υπερπληθυσμός σ’ αυτούς οφείλεται
το βλέπετε, δεν χωράμε πια δεν βγαίνουμε θα μας πατήσουν.
Ευτυχώς σ’ αυτές τις δικές τους απομακρυσμένες περιοχές
κόψαμε το νερό οί εργάτες τού Δήμου δώσαμε εντολή
να κάνουν απεργία έχουν θαφτεί από σκουπίδια
πολύ κακής διατροφής και τεράστιους ποντικούς
κι έτσι άρχισαν να κυκλοφορούν
μολυσματικές θανατηφόρες αρρώστιες
και ζέστη αλήθεια τώρα που το σκέφτηκα
μήπως αυτές τις χοντρουλές τις αλογόμυγες που μας παρατηρούν
να ξέρετε είμαι σίγουρη αυτοί τις εκπαιδεύουν.
Δεν μπορεί κανείς να τούς έχει εμπιστοσύνη σ’ αυτούς
ό,τι ελεημοσύνη να κάνεις.
Τις προάλλες για να σας δώσω να καταλάβετε
πήγα να δώσω ένα έτσι χαστουκάκι μικρό
και μού εδάγκωσε το χέρι.
Θα πρέπει να λάβουμε οριστικά μέτρα γι’ αυτούς
πόσο καιρό έχουμε να κάνουμε
ένα πόλεμο μια επιστράτευση.
Το βραδάκι ελάτε θα μαζευτούμε σπίτι εμείς και μεις
θά φάμε κάτι παραδοσιακό και θα απαγγελθούν
νέοι προοδευτικοί ποιητές
αλήθεια, τί γνώμη έχετε γι’ αυτή τη Γώγου;

Ιδιώνυμο 1980 (Αποσπάσματα)


“πως τσούκου τσούκου
αργά μεθοδικά μας αλλοιώνουνε
να καθορίζουμε τη στάση μας στη ζωή
από το στυλ της καρέκλας.”

✤    ✤    ✤    ✤

“Πόσο ακριβή είν' αδερφέ μου η ζωή
πόσο φτηνήνανε τα είδη κουράγιο ρε.”

✤    ✤    ✤    ✤

“εδώ η ζωή μας ταύρος με καρφωμένα χιλιάδες
φασιστικά μαχαιράκια”

✤    ✤    ✤    ✤

“ένα μεγάλο στρογγυλό κουτί σαν κάλπη η γη
να ρίχνουμε την ψήφο μας
ό,τι χρώμα και να παίρνει η σαλαμάντρα
δεξιά είναι”

✤    ✤    ✤    ✤

“παλαιομοδίτικο φουλάρι φοράμε στο λαιμό μας
την ψόφια γάτα του πολιτισμού”

✤    ✤    ✤    ✤

“Η μοναξιά
Έχει το χρώμα των Πακιστανών η μοναξιά
και μετριέται πιάτο-πιάτο
μαζί με το κομμάτια τους στον πάτο του φωταγωγού.”

✤    ✤    ✤    ✤

“την ώρα που θα πέφτει το τελευταίο καδρόνι
πέρα μακριά ανεμίζουν πουλιά
βάλε τα χέρια στις άδειες τσέπες σου
άνοιξε βήμα μη νοιαστείς για την ώρα
άνοιξε το στόμα σου ξύπνα τους ένοικους της γης
βάλε λόγια και δική σου μουσική
ξελαρυγγιάσου με την αγριοφωνάρα σου
- Η ζωή –
δεν είναι ένα κλειστό ταξίδι
που ήταν
α-α-αταξίδευτο.”

✤    ✤    ✤    ✤

“Άμα κατέβεις από δω
θα σου δείξω κάτι μεγάλα φτερά που μου φυτρώσανε
Θα σου δείξω
πόσο ανάλαφρα πέταγα
πηγαίνοντας στην απαγορευμένη συγκέντρωση
γιατί σφύριζε στο χέρι μου
μια βαριά αλυσίδα.”

✤    ✤    ✤    ✤

“Αν καμιά φορά με πιάσεις να λέω ψέματα
- σταμάτα να σου πω -
μη βιάζεσαι και με λες ψεύτρα..
Είναι τώρα που δεν μπορώ να ξεχωρίσω πια
και μπερδεύω το όνειρο
και που αρχίζει η αλήθεια....”

✤    ✤    ✤    ✤

“Γι' αυτό άμα κάνει κανείς μια κίνηση έτσι
για να μας χαϊδέψει
κάνουμε εμείς μια κίνηση πίσω
σα να μη φάμε ξύλο.
Γι' αυτό αν τύχει και μ' αγαπήσεις
πρόσεχε σε παρακαλώ πολύ πολύ
πώς θα μ' αγκαλιάσεις. Πονάει εδώ.
Κι εδώ. Κι εκεί. Μη! Κι εδώ .
Κι εκεί.”

✤    ✤    ✤    ✤

“Πάρε με λοιπόν από δω.
Θέλω να σου δείξω τα καλοκαιριάτικα θέατρα
πώς ζούνε το χειμώνα
Πόσο άδεια είναι τα σχολικά όταν έχουν αργία
κι όλους τους φίλους που φύγανε
και δεν μπορούν πια να με προδώσουν
πάμε από δω πάμε εκδρομή σε μέρος που δεν έγινε
αφού στο ‘χω γράψει στο ‘χω πει
όπου κι αν πάτησα άφηνα αίμα
γι’ αυτό δεν μπορώ ποτέ πού να σταθώ
κι όλο αλλάζω σεντόνια”

✤    ✤    ✤    ✤

“Αν θες είναι καλύτερα - καλύτερο -
να κοιμηθούμε αγκαλιά
δε θα βήχω τη νύχτα
δε θα τραβάω τα σεντόνια
θα λουστώ
θα 'μια φρόνιμη
ακούνητη
θα 'μαι σαν πεθαμένη
μη με ξεχάσεις όμως το πρωί
γιατί έχω ακούσει πολλούς ανθρώπους έτσι
που το 'καναν για να μην ενοχλούν τους δίπλα
ή κι έτσι γι' αστείο
και δεν ξαναξυπνήσανε
κι ούτε που παίξανε πoτέ.”

✤    ✤    ✤    ✤

“οι ρίζες δεν είναι για να γυρίζουμε πίσω
είναι για να βγάζουνε κλαριά
άμα δε βγάζουνε
είναι παλούκια καυσόξυλα
οδοφράγματα Μπροστά Μπροστά κι άλλο!
τόσο θέλει
απ’ την υποταγή στην εξέγερση
απ’ το όλοι η κανένας
απ’ το όλα η τίποτα”


































Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου