Πέμπτη 15 Μαρτίου 2018

Σέσαρ Βαγιέχο - César Vallejo ( 16 Μαρτίου 1892 - 15 Απριλίου 1938 ) Περουβιανός ποιητής

Ο Σέσαρ Βαγιέχο (César Abraham Vallejo Mendoza, 16 Μαρτίου 1892 - 15 Απριλίου 1938) ήταν ένας περουβιανός ποιητής. Αν και κατά τη διάρκεια της σχετικά σύντομης ζωής του δημοσίευσε μόνο τρεις ποιητικές συλλογές, εν τούτοις θεωρείται ένας από τους μεγάλους ποιητικούς καινοτόμους του 20ού αιώνα. Πάντα ένα βήμα μπροστά απ' τα υπόλοιπα λογοτεχνικά ρεύματα, το καθένα απ' τα βιβλία του ήταν ξεχωριστό απ' τ' άλλα και, υπό μία έννοια, επαναστατικό.
Γεννήθηκε στο Σαντιάγο ντε Τσιούκο, ένα απομακρυσμένο χωριό στις περουβιανές Άνδεις. Σπούδασε λογοτεχνία στο Universidad de la Libertad στο Τρουχίγιοτου Περού. Η έλλειψη χρημάτων τον ανάγκασε να σταματήσει τις σπουδές του για ένα χρόνο και να εργαστεί σε μια φυτεία ζάχαρης, τη Χασιέντα Ρόμα, όπου είδε από πρώτο χέρι την εκμετάλλευση των αγροτών, μια εμπειρία που θα ασκούσε αργότερα σημαντική επίδραση στα μαρξιστικά πολιτικά του πιστεύω και στην ποιητική αισθητική του. Ο Βαγιέχο πήρε το πτυχίο του στην Ισπανική λογοτεχνία το 1915, την ίδια χρονιά που γνώρισε τη μποέμικη πλευρά του Τρουχίγιο, ειδικότερα μέσω των συνιδρυτών του APRA , Αντενόρ Ορίγο και Βίκτορ Ραούλ Άγια ντε λα Τόρρε.
Το 1916 μετακόμισε στη Λίμα, όπου σπούδασε, δούλεψε σαν δάσκαλος, ήρθε σε επαφή με την καλλιτεχνική και πολιτική πρωτοπορία της εποχής και άρχισε να γράφει τα ποιήματα που το 1919 θα εκδίδονταν στην ποιητική συλλογή Οι Μαύροι Μαντατοφόροι (Los Heraldos Negros). Ο Σ.Β. υπέστη διάφορες συμφορές στα επόμενα έτη: έχασε τη θέση διδασκαλίας του γιατί αρνήθηκε να παντρευτεί μια γυναίκα με την οποία είχε ερωτική σχέση, η μητέρα του πέθανε το 1920, και φυλακίστηκε για 120 ημέρες για την υποτιθέμενη υποκίνηση μιας εξέγερσης στο Σαντιάγο ντε Τσιούκο. Το 1922 δημοσίευσε τη δεύτερη ποιητική συλλογή Τρίλθε (Trilce). Στο Τρίλθε, που άρχισε να το γράφει στη φυλακή, εγκαταλείπει τους γνωστούς κανόνες της ποιητικής έκφρασης και καταργεί τη γραμματική διάρθρωση της ισπανικής γλώσσας. Τα ποιήματα εδώ διαπνέονται από έναν ανανεωτικό άνεμο, ενώ πολλά φαίνεται να είναι γραμμένα σε κατάσταση παραληρήματος.
Μετά τη δημοσίευση των βιβλίων με διηγήματα Μελογραφικές σκάλες (Escalas melografiadas) και Άγρια γλώσσα (Fabla salvaje) το 1923, ο ποιητής μετανάστευσε στην Ευρώπη κάτω από την απειλή της φυλάκισης, και παρέμεινε εκεί μέχρι το θάνατό του στο Παρίσι το 1938. Όλα αυτά τα χρόνια κύλησαν μέσα σε τρομερή φτώχεια στο Παρίσι, τρία ταξίδια στη Ρωσία και μερικά χρόνια στην Ισπανία στις αρχές της δεκαετίας του '30. Πέθανε στις 15 Απριλίου 1938, από μια άγνωστη ασθένεια που τώρα εικάζεται πως ήταν μια μορφή ελονοσίας. Τάφηκε στο Μοντρούζ, νεκροταφείο για τους φτωχούς.
Ο Βαγιέχο υπήρξε πρωτοπόρος γιατί έγραψε σουρεαλιστική ποίηση πριν από τους σουρεαλιστές, ασχολήθηκε με την αυτόματη γραφή πριν από τον Μπρετόν, έγραψε μοντέρνα ταυτόχρονα με τους μοντερνιστές και έγραψε ποίηση αποδομητική προτού ανακαλυφθεί ο όρος. Υπήρξε ένας κινηματίας της ποίησης πολύ προτού γεννηθούν τα ποιητικά ευρωπαϊκά κινήματα. Και για τον λόγο αυτόν η προσφορά του στο ποιητικό στερέωμα είναι μοναδική και ανεκτίμητη.
Ελληνικές εκδόσεις:
Ποίηση:
Ποιητικά Άπαντα (Οs Heraldos Negros, Trilce , Poemas Humanos, και Espana, aparta de mi este caliz), σε μετάφραση: Ρήγα Καππάτου, εκδ. "Gutenberg", 2010. 
Λογοτεχνία:
Πάκο Γιούνκε :(Paco Yunque), Εκδόσεις των Συναδέλφων, 2017 ISBN 9789609797634
Άγριο Παραμύθι :(Fabla Salvaje), εκδόσεις Ροές, 2016, ISBN 9789602834527


Η Μαύρη πέτρα και ο ιστός της αράχνης

Μαύρη πέτρα πάνω σε άσπρη πέτρα
Θα πεθάνω στο Παρίσι με βροχή,
μία μέρα που στη θύμηση ήδη έχω.
Θα πεθάνω στο Παρίσι – και δεν τρέχω –
ίσως μια Πέμπτη, σαν ετούτη, φθινοπωρινή.

Πέμπτη θα είναι, γιατί σήμερα, Πέμπτη, καθώς γράφω
αυτά τα λόγια, τους ώμους μου έχω καταντήσει
να πονάνε και, ποτέ σαν σήμερα, δεν έχει ξαναγίνει,
σ’ όλο το δρόμο μου, να με θωρώ μονάχο.

Ο Θέσαρ Βαγιέχο έχει πεθάνει, τον χτυπούσαν
όλοι τους, δίχως κακό σ’ αυτούς να προκαλεί•
του ‘δωσαν δυνατά με μία βέργα και δυνατά

ακόμα με σκοινί• κι είναι οι μάρτυρές του
της Πέμπτης οι ημέρες και οι ώμοι,
η μοναξιά, οι στάλες της βροχής, οι δρόμοι...
Μεταφράζει η Μαρία Θεοφιλάκου

https://www.vakxikon.gr/


Mελοποίηση του ποιήματος του ‘Poema para ser leído y cantado’ (‘Ποίημα για να διαβαστεί και να τραγουδιστεί) από τον Θανάση Παπακωνσταντίνου.



Ο Διάφανος 

Στου δειλινού την άκρη αποκοιμήθηκα
σαν ξένος σαν ξενάκι σαν παντάξενος.
Κι ήρθε και κατακάθισε πάνω μου σα σεντόνι
όλη της γης η σκόνη.

Ήρθε με τη σειρά της κι η μαύρη θάλασσα·
έφερε ένα καράβι ακυβέρνητο.
Aνέβηκα σαν άνεμος, ανέβηκα σαν κλέφτης,
το ψέμα δεν το βλέπεις;

Στη πλώρη ακουμπισμένος ένας διάφανος
τα κόκαλα μετράει, μένει άφωνος.
Τρώει την πέτρα σαν ψωμί ο Καίσαρας Βαλιέχο·
άλλο αδερφό δεν έχω.

Σπιθίζει το τσιγάρο σε κάθε ρουφηξιά·
η Ισπανία γέρνει κι η μόνη που νικά,
η ηδονή που μας γεννά, που παίζει το χαρτί μας
χωρίς τη θέλησή μας.

Στου δειλινού την άκρη δεν βλέπεις όνειρα·
αυτά που γίναν βλέπεις και τα επόμενα.
Βλέπεις τον άνθρωπο μικρό που τον πατάν στ’ αλήθεια
τα πόδια του τα ίδια.


Μάζες


Στο τέλος της μάχης,
ο στρατιώτης νεκρός, τον πλησίασε ένας
και τον ικέτευσε «Αχ, μην πεθάνεις σ’ αγαπώ τόσο!»
Αλλά, φευ, το πτώμα παρέμεινε νεκρό.

Άλλοι δυο τον πλησίασαν και πάλι τον ικέτευσαν:
«Μη μας εγκαταλείπεις! Θάρρος! Γύρισε στην ζωή!
Αλλά, φευ, το πτώμα παρέμεινε νεκρό.

Τότε τον πλησίασαν είκοσι, εκατό, χίλιοι, πεντακόσιες χιλιάδες,
όλοι μαζί να φωνάζουν: «Τόση αγάπη, και να μην έχεις εξουσία πάνω στον θάνατο!»
Αλλά, φευ, το πτώμα παρέμεινε νεκρό.

Μετά εκατομμύρια μαζεύτηκαν γύρω του,
όλοι μαζί να φωνάζουν: «Αδελφέ, σε παρακαλούμε, μείνε!»
Αλλά, φευ, το πτώμα παρέμεινε νεκρό.

Τότε όλοι οι άνθρωποι στη γη
τον πλησίασαν και τ’ ανοιχτά του μάτια γέμισαν δάκρυα:
σηκώθηκε αργά-αργά,
φίλησε τον πρώτο, και περπάτησε…


Οι πέτρες

Σήμερα το πρωί κατέβηκα
στις πέτρες - ω οι πέτρες!
Και προκάλεσα και σφράγισα
μια πυγμαχία από πέτρες.

Μητέρα των θνητών αν στον κόσμο
πονούν τα βήματά μου,
είναι από τα χτυπήματα φωτιάς
μιας παράλογης αυγής.

Οι πέτρες δεν προσβάλουν , ούτε
φθονούν τίποτα. Ζητάνε μόνο
αγάπη για όλους, και ζητάνε
αγάπη ακόμα κι απ' το Τίποτα.

Κι αν κάποιες απ' αυτές
είναι θλιμμένες, ή
ντροπιασμένες, είναι
γιατί έχουν κατιτί το ανθρώπινο...

Αλλά δεν απολείπει αυτός που κάποια
πέτρα χτυπάει από καπρίτσιο μόνο.
Τέτοια άσπρη πέτρα είναι το φεγγάρι
που πέταξε στον ουρανό από μια κλωτσιά...

Μητέρα των θνητών, σήμερα το πρωί
έτρεξα με τις πέτρες,
βλέποντας το γαλάζιο καραβάνι
από πέτρες,
πέτρες,
πέτρες...



“Οι Μαύροι Μαντατοφόροι”


Έχει χτυπήματα η ζωή τόσο σκληρά… Δεν ξέρω!
Χτυπήματα σαν απ’ οργή Θεού, λες και μπροστά τους
η ταραχή όλων των πόνων
ήταν μια λίμνη στην ψυχή… Δεν ξέρω!

Λίγα είναι, μα υπάρχουν… Ανοίγουν τάφρους σκοτεινές
στο πρόσωπο το πιο σκληρό στην πιο γερή την πλάτη.
Ίσως και να ‘ ναι άτια από βάρβαρους Αττίλες
ή μαντατοφόροι μαύροι που μας στέλνει ο Θάνατος.

Είναι οι βαθιές πτώσεις των Χριστών της ψυχής,
από μια πίστη που βλαστημάει το Πεπρώμένο.
Αυτά τα αιματηρά χτυπήματα είναι οι τριγμοί
κάποιου ψωμιού που στου φούρνου την πόρτα μας καίγεται.

Κι ο άνθρωπος… Φτωχός… φτωχός! Στρέφει τα μάτια , όπως
όταν πάνω στον ώμο μια παλάμη μας καλεί,
στρέφει τα τρελά του μάτια , κι όλα όσα έζησε
λιμνάζουν, σαν λακκούβα ενοχής, μέσα στο βλέμμα του.

Έχει χτυπήματα η ζωή τόσο σκληρά… Δεν ξέρω!
http://art4oursoul.blogspot.gr/



Από τον "Ύμνο για τους εθελοντές για τη δημοκρατία"
Ισπανία, απελθέτω απ' εμού το ποτήριο τούτο (1937)
Μετάφραση: Lenin Reloaded


...Προλετάριε, που πεθαίνεις από σύμπαν, σε τι φρενήρη αρμονία
θα τελειώσει το μεγαλείο σου, η ακραία σου φτώχεια, ο στρόβιλος που σε ωθεί μπροστά,
η μεθοδική σου βία, το θεωρητικό και πρακτικό σου χάος, η δαντική σου πείνα,
τόσο ισπανική, να αγαπήσεις, ακόμη και ύπουλα, τον εχθρό σου!

Αλυσσοδεμένε λευτερωτή,
χωρίς την προσπάθειά σου η έκταση ακόμα και σήμερα θα ήταν χωρίς λαβές,
τα καρφιά θα περιπλανιόντουσαν ακέφαλα,
η μέρα, αρχαία, αργή, κοκκινισμένη,
τα αγαπημένα μας κρανία, άθαφτα!
Αγρότη που πέφτεις με την πράσινή σου φυλλωσιά για τον άνθρωπο,
με τον κοινωνικό επιτονισμό του μικρού σου δαχτύλου,
με το βόδι σου, που παραμένει, με την φυσική σου
κι ακόμα με τη λέξη σου, δεμένη στο ξύλο
και τον νοικιασμένο σου ουρανόκαι με τον πηλό που εισέρχεται στην κούρασή σου
και μ' αυτό κάτω απ' τα νύχια σου, περπατώντας!

Χτίστες της αγροτιάς, πολίτες και στρατιώτες
μιας πολυάσχολης, πολύβουης αιωνιότητας·
γράφτηκε πως εσείς θα δημιουργήσετε το φως, μισοκλείνοντας
τα μάτια σας στο θάνατο·
πως, με την σκληρή πτώση των στομάτων σας,
θα 'ρθει η αφθονία σε εφτά πιατέλες, πως το κάθετί
στον κόσμο θα είναι άξαφνα χρυσό
και το χρυσάφι,
εξαίσιοι επαίτες της δικής σας έκκρισης αίματος,
και το χρυσάφι το ίδιο θα είναι τότε από χρυσάφι!

Όλοι οι άνθρωποι θα αγαπήσουν ο ένας τον άλλο
και θα φάνε κρατώντας τις γωνιές απ' τα θλιμμένα σας μαντήλια
και θα πιούν στο όνομα
των δύσμοιρων λαρυγγιών σας!
Θα ξεκουραστούν περπατώντας στην άκρη αυτής της πορείας,
θα σπαράξουν στο κλάμα σκεπτόμενοι για τις τροχιές σας, τυχεροί
θα είναι, και στον ήχο
της θηριώδους, ολάνθιστης, εγγενούς σας επιστροφής,
θα προσαρμόσουν τις δουλειές τους αύριο, τις μορφές που ονειρεύτηκαν και τραγούδησαν!

Τα ίδια παπούτσια θα χωράνε σ' όποιον αναρριχάται
χωρίς μονοπάτια στο σώμα του
κι όποιον αρχίζει την κάθοδο στη μορφή της ψυχής του!
Μπλεγμένοι ο ένας με τον άλλο οι βουβοί θα μιλήσουν, οι παράλυτοι θα περπατήσουν!
Οι τυφλοί, επιστρέφοντας πια, θα δουν
και παλλόμενοι οι κουφοί θα ακούσουν!
Αυτοί που δεν γνωρίζουν θα γνωρίσουν, οι σοφοί θα μείνουν αμαθείς!
Θα δοθούν φιλιά που δεν θα μπορούσες να δώσεις!
Μόνον ο θάνατος θα πεθάνει! Το μυρμήγκι
θα φέρει ψίχουλα ψωμί στον ελέφαντα, τον δεμένο
στην κτηνώδη του τρυφερότητα· τα παιδιά που εκτρώθηκαν
θα γεννηθούν ξανά τέλεια, γεωμετρικά
και όλοι οι άνθρωποι θα δουλέψουν,
όλοι οι άνθρωποι θα δημιουργήσουν,
όλοι οι άνθρωποι θα κατανοήσουν!

Εργάτη, σωτήρα και λυτρωτή μας,
συχώρα μας τα χρέη μας!
Όπως λέει το τύμπανο που χτυπά, στα δικά του adagio:
τι εφήμερο ποτέ αυτή η πλάτη σου!
πόσο πάντα μεταβαλλόμενο το προφίλ σου!

[...]

Εθελοντές
για τη ζωή, για τους καλούς, σκοτώστε
το θάνατο, σκοτώστε τους κακούς!
Κάντε το για ολονών τη λευτεριά,
του εκμεταλλευμένου και του εκμεταλλευτή,
για μια ειρήνη χωρίς πόνο --τη βλέπω φευγαλέα
όταν κοιμάμαι, μπροστά στο μέτωπό μου
κι ακόμα περισσότερο όταν γυρνάω ουρλιάζοντας--
και κάντε το, συνεχίζω να λέω,
για τον αγράμματο που για χάρη του γράφω,
για την ξυπόλητη ευφυία και τον αμνό της,
για τους πεσμένους συντρόφους,
τις στάχτες τους, τις αγκαλιασμένες με το πτώμα του δρόμου!

Για να έλθετε,
εθελοντές για την Ισπανία και για τον κόσμο,
ονειρεύτηκα πως ήμουν καλός, και ήταν για να δω
το αίμα σας, εθελοντές...
Από τότε, υπήρξε πολύ στήθος, πολλή αγωνία,
πολλές καμήλες ώριμες για προσευχή.
Σήμερα, για χάρη σας, το καλό προελαύνει στις φλόγες,
ερπετά με εμμενή βλέφαρα σας ακολουθούν τρυφερά,
και στα δύο βήματα, ένα βήμα,
η κατεύθυνση του νερού τρέχει για να δει το όριό της πριν καεί.








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου